Το σχέδιο επιβολής του ψηφιακού ολοκληρωτισμού μπαίνει σε εφαρμογή. Ψηφίστηκε κι αυτό από την άτυπη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ.
Η λογοκρισία του διαδικτύου υπήρχε εδώ και χρόνια ως τάση, τώρα όμως γίνεται νόμος του κράτους. Ο Κανονισμός 2022/2065, γνωστός ως «Digital Services Act», τέθηκε σε εφαρμογή στην Ευρωπαϊκή Ένωση από 17.2.2024 και με το νομοσχέδιο αυτό απλώς μπαίνουν οι τελευταίες πινελιές.
Για να γίνει αντιληπτό τι ετοιμάζεται, αρκεί να θέσω υπόψη σας μια μόνο παράμετρο, αυτού του νέου νομικού πλαισίου: Ο κανονισμός αυτός, σε συνδυασμό με την Ελληνική νομοθεσία, αναγνωρίζει, με τελείως αδιαφανή κριτήρια, σε κάποιους ιδιώτες, το δικαίωμα να λογοκρίνουν το περιεχόμενο που θα κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, αρκεί να τους έχει δοθεί ο τίτλος «Αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου». Σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 2 του κανονισμού, όποιος λάβει αυτό τον τίτλο από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) θα μπορεί να ζητά από τα κοινωνικά δίκτυα να κατεβούν όποιες αναρτήσεις θεωρεί παράνομες.
Τίθενται όμως τα εξής ερωτήματα: Ποιος θα κρίνει την εμπειρία της «αξιόπιστης πηγής» στο συγκεκριμένο αντικείμενο; Θα μπορεί ο καθένας να ζητάει να του αναγνωριστεί η σχετική εμπειρία; Ή θα δοθεί η εξουσία αυτή σε μισθοφόρους λογοκριτές, που θα υπηρετούν συμφέροντα; Και φυσικά, το ζήτημα της διαφάνειας. Για ποιο λόγο μια ΜΚΟ ή άλλη οργάνωση θα επιδιώξει το ρόλο της «αξιόπιστης πηγής»; Θα το κάνει εθελοντικά; Πως θα ζει; Με τι χρηματοδότηση; Ποιες εγγυήσεις διαφάνειας θα έχει, όταν δεν ξέρουμε πως και από που βιοπορίζονται, όσοι αναλάβουν το ρόλο του «διώκτη» του υποτιθέμενου «παράνομου περιεχομένου» στο διαδίκτυο;
Αυτή είναι μόνο μία διάσταση, που δείχνει πόσο επικίνδυνος είναι ο κανονισμός αυτός. Και υπάρχουν ακόμη αρκετές άλλες επικίνδυνες, πτυχές. Γιατί λοιπόν βιάζονται να τον θέσουν σε εφαρμογή; Είναι τυχαίο ή θέλουν να έχουν έτοιμο τον μηχανισμό λογοκρισίας πριν κι από τις Ευρωεκλογές, για να εμποδίσουν να εκφραστεί το κύμα οργής της κοινωνίας. Η ΝΙΚΗ καταψήφισε κάθε διάταξη του νομοσχεδίου που διευκολύνει την εφαρμογή του κανονισμού φίμωσης του διαδικτύου.
Όσον αφορά το υπόλοιπο νομοσχέδιο, η ΝΙΚΗ είναι πολύ επιφυλακτική και στην επέκταση του ψηφιακού φακελώματος, που επιχειρείται με νέες εφαρμογές. Όταν ένα κράτος μπορεί με τόση ευκολία να μπαζώνει πειστήρια και να αλλοιώνει διαλόγους, δεν θέλει πολύ φαντασία να σκεφτεί κανείς πόσο πιο εύκολα θα μπορεί να επέμβει στα δεδομένα μας και να τα αλλοιώνει ή να τα επεξεργάζεται εις βάρος μας. Και δεν μιλάω υποθετικά. Είδαμε το τραγικό παράδειγμα μιας τέτοιας κατάχρησης εντός Ε.Ε., στην Ολλανδία.
Το σχέδιο επιβολής του ψηφιακού ολοκληρωτισμού μπαίνει σε εφαρμογή. Ψηφίστηκε κι αυτό από την άτυπη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ.
Η λογοκρισία του διαδικτύου υπήρχε εδώ και χρόνια ως τάση, τώρα όμως γίνεται νόμος του κράτους. Ο Κανονισμός 2022/2065, γνωστός ως «Digital Services Act», τέθηκε σε εφαρμογή στην Ευρωπαϊκή Ένωση από 17.2.2024 και με το νομοσχέδιο αυτό απλώς μπαίνουν οι τελευταίες πινελιές.
Για να γίνει αντιληπτό τι ετοιμάζεται, αρκεί να θέσω υπόψη σας μια μόνο παράμετρο, αυτού του νέου νομικού πλαισίου: Ο κανονισμός αυτός, σε συνδυασμό με την Ελληνική νομοθεσία, αναγνωρίζει, με τελείως αδιαφανή κριτήρια, σε κάποιους ιδιώτες, το δικαίωμα να λογοκρίνουν το περιεχόμενο που θα κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, αρκεί να τους έχει δοθεί ο τίτλος «Αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου». Σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 2 του κανονισμού, όποιος λάβει αυτό τον τίτλο από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) θα μπορεί να ζητά από τα κοινωνικά δίκτυα να κατεβούν όποιες αναρτήσεις θεωρεί παράνομες.
Τίθενται όμως τα εξής ερωτήματα: Ποιος θα κρίνει την εμπειρία της «αξιόπιστης πηγής» στο συγκεκριμένο αντικείμενο; Θα μπορεί ο καθένας να ζητάει να του αναγνωριστεί η σχετική εμπειρία; Ή θα δοθεί η εξουσία αυτή σε μισθοφόρους λογοκριτές, που θα υπηρετούν συμφέροντα; Και φυσικά, το ζήτημα της διαφάνειας. Για ποιο λόγο μια ΜΚΟ ή άλλη οργάνωση θα επιδιώξει το ρόλο της «αξιόπιστης πηγής»; Θα το κάνει εθελοντικά; Πως θα ζει; Με τι χρηματοδότηση; Ποιες εγγυήσεις διαφάνειας θα έχει, όταν δεν ξέρουμε πως και από που βιοπορίζονται, όσοι αναλάβουν το ρόλο του «διώκτη» του υποτιθέμενου «παράνομου περιεχομένου» στο διαδίκτυο;
Αυτή είναι μόνο μία διάσταση, που δείχνει πόσο επικίνδυνος είναι ο κανονισμός αυτός. Και υπάρχουν ακόμη αρκετές άλλες επικίνδυνες, πτυχές. Γιατί λοιπόν βιάζονται να τον θέσουν σε εφαρμογή; Είναι τυχαίο ή θέλουν να έχουν έτοιμο τον μηχανισμό λογοκρισίας πριν κι από τις Ευρωεκλογές, για να εμποδίσουν να εκφραστεί το κύμα οργής της κοινωνίας. Η ΝΙΚΗ καταψήφισε κάθε διάταξη του νομοσχεδίου που διευκολύνει την εφαρμογή του κανονισμού φίμωσης του διαδικτύου.
Όσον αφορά το υπόλοιπο νομοσχέδιο, η ΝΙΚΗ είναι πολύ επιφυλακτική και στην επέκταση του ψηφιακού φακελώματος, που επιχειρείται με νέες εφαρμογές. Όταν ένα κράτος μπορεί με τόση ευκολία να μπαζώνει πειστήρια και να αλλοιώνει διαλόγους, δεν θέλει πολύ φαντασία να σκεφτεί κανείς πόσο πιο εύκολα θα μπορεί να επέμβει στα δεδομένα μας και να τα αλλοιώνει ή να τα επεξεργάζεται εις βάρος μας. Και δεν μιλάω υποθετικά. Είδαμε το τραγικό παράδειγμα μιας τέτοιας κατάχρησης εντός Ε.Ε., στην Ολλανδία.